- μεσοτείχιος
- μεσο-τείχιος, ον,A between the walls and outworks,
θέατρον App. Hann.37
; τὸ μ. the space between the wall and siege-works, ib.29.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
θέατρον App. Hann.37
; τὸ μ. the space between the wall and siege-works, ib.29.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
μεσοτείχιος — μεσοτείχιος, ον (Α) 1. αυτός που βρίσκεται μεταξύ τών τειχών τής πόλης και τού στρατοπέδου τών εχθρών ή τού εξωτερικού περιτειχίσματος 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ μεσοτείχιον το διάστημα μεταξύ τών τειχών τής πόλης και τού στρατοπέδου. [ΕΤΥΜΟΛ. <… … Dictionary of Greek
μεσοτείχιον — μεσοτείχιος between the walls and outworks masc/fem acc sg μεσοτείχιος between the walls and outworks neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεσοτειχίῳ — μεσοτείχιος between the walls and outworks masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεσ(ο)- — (ΑM μεσ[ο]) Α και μεσσο και μεσαι ) α συνθετικό πολλών λ. όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που ανάγεται στο επίθ. μέσ(σ)ος*. Οι ελάχιστοι τ. με α συνθετικό μεσαι (πρβλ. μεσαι πόλιος, μεσαι πόλος, μεσαί γεως) οφείλονται σε τεχνητή ανάπτυξη μακράς… … Dictionary of Greek